Τι δείχνει έρευναΤις επιπτώσεις των πρόσφατων (2021-2022) πληθωριστικών πιέσεων στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις επιχειρεί να εξετάσει μελέτη που δημοσίευσε το Ινστιτούτο Μικρών Επιχειρήσεων της ΓΣΕΒΕΕ.Σύμφωνα με τη μελέτη, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και στο σύνολο των ανεπτυγμένων κρατών, τα ιστορικά υψηλά επίπεδα του πληθωρισμού προκαλούν τεράστια προβλήματα στα νοικοκυριά, που βρίσκονται αντιμέτωπα με αυξημένο κόστος ζωής, τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, που αντιμετωπίζουν μεγάλες αυξήσεις στο κόστος παραγωγής, καθώς και νευρικότητα στις Κεντρικές Τράπεζες που, στην προσπάθεια να συγκρατήσουν τις τιμές, αυξάνουν τα επιτόκια, με κόστος το ψαλίδισμα της ανάπτυξης, την αύξηση (ή τη βραδύτερη μείωση) της ανεργίας και τον κίνδυνο μιας νέας ύφεσης σε ευρωπαϊκό επίπεδο.Τα αποτελέσματαΓια τη μελέτη των επιπτώσεων του πληθωρισμού στις ελληνικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις διενεργήθηκε και μια έρευνα ερωτηματολογίου στο οποίο συμμετείχαν 135 επιχειρήσεις από όλη τη χώρα.Σύμφωνα με την ανάλυση των απαντήσεων που δόθηκαν τα βασικά πορίσματα είναι:Η μεσοσταθμική αύξηση του κόστους λειτουργίας των επιχειρήσεων του δείγματος εκτιμήθηκε σε 19,3%, εξαιρούμενων των αυξήσεων στις δαπάνες μισθοδοσίας και στις λοιπές δαπάνες. Ειδικότερα, η μεσοσταθμική αύξηση της δαπάνης ενέργειας για το σύνολο των επιχειρήσεων διαμορφώθηκε σε 42%. Η μεσοσταθμική αύξηση του κόστους μεταφορών ήταν 27%. Η μεσοσταθμική αύξηση του κόστους πρώτων υλών για το σύνολο των επιχειρήσεων ήταν 27,3%.Η συντριπτική πλειονότητα των επιχειρήσεων θεωρεί πως οι συνέπειες του πληθωρισμού είναι αρνητικές, με σημαντικότερες τη μείωση της ζήτησης προϊόντων από τους τελικούς καταναλωτές (67%), την η αύξηση του ανταγωνισμού με τις άλλες επιχειρήσεις (45,2%), την αδυναμία εύρεσης πρώτων υλών (40%), την αναστολή επενδυτικών αποφάσεων (38,5%), την αύξηση των οφειλών προς το δημόσιο (38,5%).Περίπου 4 στις 10 επιχειρήσεις (41,5%) αναμένουν μειωμένο κύκλο εργασιών κατά το τρέχον έτος, παρά τους ισχυρούς ρυθμούς μεγέθυνσης της οικονομίας. Οι μεγαλύτερες επιχειρήσεις εμφανίζουν υψηλότερα ποσοστά θετικών και χαμηλότερα ποσοστά αρνητικών εκτιμήσεων ως προς την εξέλιξη του κύκλου εργασιών σε σχέση με τις μικρότερες επιχειρήσεις.Το 44% των επιχειρήσεων που συμμετείχαν στην έρευνα αναμένει ο ισολογισμός να κλείσει με κέρδη, το 27% αναμένει να κλείσει με ζημίες και το 29% να είναι ισοσκελισμένος. Και σε αυτήν την περίπτωση, το μέγεθος, η πηγή προέλευσης των εσόδων και ο εξαγωγικός προσανατολισμός δρουν ευεργετικά. Επιπρόσθετα, οι απαντήσεις διαφοροποιούνται αναφορικά με τα έτη λειτουργίας της επιχείρησης και την αστικότητα.Το 44% εκτιμά αρκετά ή πολύ πιθανό η επιχείρηση να κλείσει κατά το επόμενο έτος. Η αστικότητα, το μέγεθος της επιχείρησης, η πηγή των εσόδων και η εξαγωγική δραστηριότητα δρουν ευεργετικά ως προς τη διαμόρφωση θετικότερων προσδοκιών.Κατά συνέπεια, το ποσοστό των επιχειρήσεων που αναμένουν μειωμένο κύκλο εργασιών σε σχέση με το 2021 (41,5%), το ποσοστό των επιχειρήσεων που αναμένει ο ισολογισμός του 2022 να κλείσει με ζημίες (27%) και το ποσοστό των επιχειρήσεων που θεωρεί πιθανό να κλείσει κατά το επόμενο έτος (44%) είναι εξαιρετικά υψηλό, ειδικά εάν ληφθεί υπόψη ότι το 2022 αποτελεί ένα έτος κατά το οποίο η εθνική οικονομία παρουσίασε ισχυρούς ρυθμούς μεγέθυνσης.Το γεγονός ότι οι επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται σε μικρές περιοχές εμφανίζουν υψηλότερα ποσοστά απαισιόδοξων εκτιμήσεων και ως προς τον κύκλο εργασιών και ως προς τον ισολογισμό του 2022 υπονοεί, επίσης, διεύρυνση των περιφερειακών και ενδοπεριφερειακών οικονομικών ανισοτήτων.Η εξωστρέφεια των επιχειρήσεων αποτελεί τον πιο σημαντικό παράγοντα διαφοροποίησης των θετικών και των αρνητικών προσδοκιών.Η μεσοσταθμική αύξηση των τιμών στο σύνολο των επιχειρήσεων εκτιμήθηκε σε 14,8% με διαφοροποιήσεις μεταξύ των ομάδων επιχειρήσεων.Το 54,1% αναγκάστηκε να απορροφήσει έως και το 20% του αυξημένου κόστους παραγωγής ενώ μόλις το 15,6% κατάφερε να το μετακυλήσει εν συνόλω σε τρίτους.Το 69% των επιχειρήσεων σκοπεύει να προβεί και σε νέα αύξηση τιμών κατά το επόμενο εξάμηνο.
Αφήστε μια απάντηση