Με αφορμή την έναρξη της καλοκαιρινής σεζόν στη χώρα μας, τα μέσα ενημέρωσης αλλά και οι συζητήσεις του κόσμου περιστρέφονται για άλλη μια φορά γύρω από το καυτό θέμα της ακρίβειας σε έναν από τους πιο δημοφιλείς προορισμούς παγκοσμίως, τη Μύκονο. Μια ακρίβεια που δεν αφορά μόνο τα καταλύματα της κατηγορίας Mykonos Beach Hotel, τα οποία επιδιώκουν να κλείσουν οι περισσότεροι για τη διαμονή τους. Αλλά για το φαινόμενο που επεκτείνεται σε παραλίες, μετακινήσεις, φαγητό και ποτό. Από τα πολλά που γράφονται και ακούγονται, πρέπει κανείς να μπορεί να φιλτράρει την αλήθεια. Φυσικά το «Νησί των Ανέμων» δεν είναι ένας προορισμός για όλους. Οι τιμές στα περισσότερα μέρη υπερβαίνουν το μέσο όρο των υπολοίπων νησιών και της ηπειρωτικής Ελλάδας. Είναι όμως όλα τόσο υπερεκτιμημένα στη Μύκονο;Ένα νησί δύο ταχυτήτωνΜύκονος δεν είναι μόνο η Χώρα και η Ψαρρού. Το κυκλαδίτικο νησί έχει πολλές επιλογές για τον επισκέπτη, ακόμη και στα ενδότερά του. Φυσικά, όσοι επιλέξουν τυφλά να περιπλανηθούν μόνο στα πολύ κεντρικά σημεία θα πληρώσουν το σουβλάκι 15 ευρώ και τον καφέ 8. Και πως να μην το κάνουν άλλωστε όταν οι επιχειρηματίες στα σημεία αυτά (ιδιαίτερα στα γραφικά σοκάκια και στη Μικρή Βενετία) καλούνται να πληρώσουν «ενοίκια Λονδίνου». Μαζί με δεκάδες ή και εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ «αέρα», που καταβάλλεται προκαταβολικά για αρκετές σεζόν. Αυτό που πολλοί από τους επικριτές της Μυκόνου δεν μπορούν να αντιληφθούν εύκολα, είναι πως οι επιχειρηματίες είναι επίσης δέσμιοι του υψηλού κόστους διαμονής για τους εργαζομένους. Αλλά και της δυσκολίας στην εύρεσή των καταλυμάτων. Όλα τα παραπάνω δημιουργούν ένα εκρηκτικό μείγμα ακρίβειας για τους ίδιους, που με κάποιο τρόπο θα περάσει και στον επισκέπτη. Οι ταξιδιώτες όμως έχουν επιλογή για πιο λογικές λύσεις. Ακόμα και στη Μύκονο. Σε αρκετά σημεία του νησιού, συνήθως μακριά από τα γνωστά beach bars και τη Χώρα, λειτουργούν επιχειρήσεις που σέβονται τον πελάτη που τις επιλέγει, προσφέρουν ποιοτική εστίαση και διασκέδαση. Μια απλή έρευνα στις μηχανές αναζήτησης φτάνει για να καταδείξει μερικές πιο συμφέρουσες λύσεις, ακόμα και σε κοντινή απόσταση από τα παραπάνω. Η γενικότερη οικονομική συγκυρία Όταν εμφανίζονται κάθε χρόνο τέτοια εποχή οι πρώτες αναφορές από τη Μύκονο, και συνήθως όλες μιλάνε για ακρίβεια και ελιτισμό, ξεχνούν πως το νησί λειτουργεί βάσει του νόμου της προσφοράς και της ζήτησης. Όπως άλλωστε και όλα σχεδόν στην οικονομία. Ξεχνούν επίσης πως φτάσαμε στο σημείο που βρισκόμαστε σήμερα, μετά από περίπου 15 χρόνια κατά τα οποία το νησί μπορούσε να προσελκύσει εύκολα επισκέπτες που ανήκουν στην παγκόσμια ελίτ, την περίοδο μάλιστα που αυτή ανέκαμπτε μετά την κρίση του 2008. Τι γίνεται όμως τώρα που ολόκληρη η Ευρώπη κλονίστηκε από τα χρόνια του πληθωρισμού; Και που οι ευκατάστατοι επισκέπτες από τη Ρωσία δεν μπορούν να ταξιδέψουν στη Μύκονο και στα άλλα πολυτελή θέρετρα της Μεσογείου; Τα πράγματα δεν είναι εύκολα για τους επιχειρηματίες, οι οποίοι έχουν κάνει μακροχρόνιο πλάνο για τις επενδύσεις τους. Από τη μία πρέπει να μείνουν πιστοί σε αυτό αλλά από την άλλη δεν έχουν πλέον τον ίδιο αριθμό επισκεπτών για να τους εξασφαλίσουν τα απαραίτητα έσοδα. Την ίδια στιγμή μάλιστα που οι Ευρωπαίοι ταξιδιώτες φαίνεται να στρέφονται σε πιο οικονομικές λύσεις, καθώς οι κρατήσεις σε άλλα Ελληνικά νησιά με καλύτερο value-for-money έχουν εκτοξευτεί. Το παζλ της Μυκόνου είναι για πολύ δυνατούς λύτες. Οι πολυτελείς και ακριβοί προορισμοί υπάρχουν και σε άλλες περιοχές του κόσμου. Είναι και εκεί το ίδιο δυσπρόσιτες για το μέσο όρο των τουριστών όσο είναι και το Νησί των Ανέμων. Υπάρχουν γωνιές της Σαρδηνίας, της Ισπανίας και της Γαλλίας που δέχονται ακριβώς την ίδια κριτική με τη δική μας Μύκονο. Η κοινή γνώμη λατρεύει να ασχολείται με αυτά τα θέματα, καθώς «πουλάνε» καλύτερα από τα τεκτενόμενα σε άλλα νησιά που απευθύνονται σε μεγαλύτερο κοινό. Το θέμα είναι πως μια τουριστική χώρα σαν την Ελλάδα χρειάζεται και πιο exclusive προορισμούς, όπως η προαναφερθείσα αλλά και η Σαντορίνη. Το αν υπάρχει πραγματικό πρόβλημα θα φανεί όταν η Ευρώπη λύσει το πρόβλημα πληθωρισμού και η Ρωσία ξανανοίξει τα σύνορά της. Ως τότε, μάλλον θα συνεχίσουμε να μελετάμε τη Μύκονο και τις παθογένειες της από ένα αρκετά περίπλοκο και υποθετικό πρίσμα.
Αφήστε μια απάντηση