Πανάκριβη η απόκτηση στέγης στην Ελλάδα σύμφωνα με έκθεση του ΟΟΣΑΣτην έκτη θέση βρίσκεται η Ελλάδα μεταξύ των χωρών του ΟΟΣΑ που η απόκτηση μιας μέσης κατοικίας 100 τμ. απαιτεί εργασία πολλών ετών και συγκεκριμένα τα εισοδήματα 13 ετών. Η έκθεση του ΟΟΣΑ (housing taxation in OECD countries) αποκαλύπτει ότι οι αυξήσεις τιμών των κατοικιών και των ενοικίων τα τελευταία χρόνια σε συνδυασμό με τις μεγάλες φορολογικές επιβαρύνσεις καθιστούν εξαιρετικά δύσκολη έως ανέφικτη την απόκτηση κατοικίας. Ειδικά για τους νέους η αγορά κατοικίας αποτελεί για τους περισσότερους όνειρο θερινής νυκτός.Σύμφωνα με την έκθεση του ΟΟΣΑ:Στην Ελλάδα τα νοικοκυριά για να αγοράσουν μία μέση κατοικία 100 τ.μ θα πρέπει να διαθέσουν 13 ετών εισοδήματα. Το 2000 η αγορά της συγκεκριμένης κατοικίας κόστιζε εισοδήματα 11,7 ετών. Στην κορυφή της «ακρίβειας» των ακινήτων σε σχέση με τις αποδοχές βρίσκεται η Νέα Ζηλανδία με 18,7 ετήσια εισοδήματα και ακολουθούν η Κορέα με 16,6, η Ιρλανδία με 16,1, το Λουξεμβούργο με 15,8 και η Αυστραλία με 14,4. Στην αντίπερα όχθη η ευκολότερη συγκριτικά αγορά κατοικίας καταγράφεται στις ΗΠΑ όπου χρειάζονται τα εισοδήματα 4,1 ετών, η Λιθουανία με 6,5, η Φινλανδία με 6,7, η Ιαπωνία με 7,5, η Νορβηγία με 7,8 και η Ιταλία όπου ένα μέσο νοικοκυριό για να αγοράσει κατοικία 100 τ.μ θα πρέπει να διαθέσει τα εισοδήματα 8,7 ετών.Το μεγαλύτερο πρόβλημα απόκτησης κατοικίας εντοπίζεται στους νέους έως 34 ετών. Το ποσοστό των Ελλήνων αυτής της ηλικιακής ομάδας που έχουν δικό τους σπίτι, χωρίς να έχουν κληρονομήσει ή έχει περάσει στα χέρια τους ακίνητο με γονική παροχή, είναι μόλις 13%. Το ποσοστό αυτό είναι το χαμηλότερο μεταξύ των χωρών του ΟΟΣΑ.Αν και στην 20ετία 2000-2020 οι πραγματικές τιμές των ακινήτων αυξήθηκαν λιγότερο από τις υπόλοιπες χώρες του ΟΟΣΑ, με εξαίρεση την Ιαπωνία, η αγορά κατοικιών έχει γίνει πολύ δύσκολη για τους Έλληνες οι οποίοι ειδικά στην δεκαετία των μνημονίων είδαν τα εισοδήματά τους να μειώνονται και τους φόρους να αυξάνονται.Οι πραγματικές τιμές των ακινήτων, μετά την αφαίρεση του πληθωρισμού, αυξήθηκαν περίπου 10% από το τέταρτο τρίμηνο του 2019 έως το τρίτο τρίμηνο του 2021 έναντι 13% κατά μέσο όρο στις χώρες του ΟΟΣΑ ενώ η αύξηση των επιτοκίων πιέζει τους δανειολήπτες με κυμαινόμενο επιτόκιο, οι οποίοι αποτελούν τη μεγάλη πλειοψηφία στην Ελλάδα.Η Ελλάδα βρίσκεται στην 13η θέση μεταξύ των 38 χωρών του ΟΟΣΑ στους φόρους που επιβάλλει στην ακίνητη περιουσία. Συγκεκριμένα το 7% των φορολογικών εσόδων προέρχεται από φόρους στα ακίνητα με βάση τα στοιχεία του 2020, με το μέσο όρο του ΟΟΣΑ να είναι στο 6%.Η απόκτηση κατοικίας παραμένει μια σταθερή και σίγουρη επένδυση για τους Έλληνες, με το ποσοστό των ιδιοκτητών κύριας κατοικίας να φτάνει το 72%.
Αφήστε μια απάντηση